Ο ρόλος του χαμηλού αυτοελέγχου και του τραύματος στο έγκλημα
Στις αρχές του εικοστού αιώνα η Melanie Klein (1948) ήταν αυτή που ανέπτυξε τη θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων. Σύμφωνα με την ίδια, σημαντικό ρόλο στον ψυχισμό του ανθρώπου παίζει η ασυνείδητη φαντασιωσική λειτουργία, δηλαδή τα αντικείμενα να βιώνονται ως απόλυτα καλά (αγάπη) ή ως απόλυτα κακά (επιθετικότητα). Οι δύο διαφορετικές οπτικές συναντώνται όταν το παιδί αντιληφθεί ότι το αντικείμενο είναι ένα, κατά συνέπεια το καλό και κακό (αγάπη / επιθετικότητα) αφορούν το ίδιο αντικείμενο. Την τελευταία δεκαετία κοινωνικοί επιστήμονες έχουν αποδείξει κι αναγνωρίσει, μέσα από τις έρευνες τους, πως η παιδική κακοποίηση με διάφορες μορφές, καθώς και η παραμέληση τους έχουν άμεσο και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στη μετέπειτα συμπεριφορά τους. Είναι πλέον ξεκάθαρο πως οι τραυματικές παιδικές εμπειρίες έχουν γενικευμένες επιπτώσεις, συνδέονται με αυξημένα προβλήματα συμπεριφοράς και σχετίζονται με την αντικοινωνική ανάπτυξη των. Έρευνα που διεξήχθη το 2015 στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σε 25.000 παραβατικούς νέους (Fox, BH, et. al. 2015), έδειξε ότι κάθε πρόσθετη τραυματική εμπειρία αυξάνει την πιθανότητα σοβαρής, βίαιης και χρόνιας παραβατικότητας κατά 35%. Όσοι νέοι βιώνουν στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους δυσμενείς καταστάσεις, τόσο πιθανότερο είναι να παρουσιάσουν προβλήματα παθολογικής συμπεριφοράς. Οι μορφές κακοποίησης έχουν πολλά πρόσωπα, συναντώνται είτε με σωματική, σεξουαλική και συναισθηματική βία, είτε με σωματική, συναισθηματική, ιατρική και εκπαιδευτική παραμέληση ή αντίθετα με συμπεριφορές υπερφροντίδας (σύνδρομο Μινχάουζεν – Munchausen Syndrome), είτε με άλλα τραύματα όπως εγκατάλειψη, οικογενειακή διαταραχή, έκθεση σε ναρκωτικά, βία κι έγκλημα. Το τραύμα είναι μία πληγή, ένα ρήγμα στον ανθρώπινο ψυχισμό. Ο Freud χαρακτήρισε το τραύμα ως μια εμπειρία που καθιστά τον άνθρωπο συγκλονισμένο και αβοήθητο (Hancheva, 2021). Η εμπειρία του τραύματος είναι πολύ προσωπική και πολυπαραγοντική και επηρεάζει τόσο το παρόν όσο και το μέλλον του ατόμου. Συχνά υπάρχουν στοιχεία που ενισχύουν το τραύμα, καθώς και στοιχεία που μπορεί να βοηθήσουν στην επούλωση. Ως εκ τούτου το ίδιο το τραυματικό γεγονός δεν είναι από μόνο του αρκετό να δημιουργήσει αδικαιολόγητες ή παραβατικές συμπεριφορές, αλλά πολύ περισσότερο ο τρόπος που το ίδιο το άτομο το αντιμετωπίζει. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν η ψυχική ανθεκτικότητα του ατόμου, ή η ευαλωτότητα του (VicHealth, 2015). Επομένως στοιχεία όπως η έλλειψη αυτοελέγχου, δηλαδή η αδυναμία του ατόμου για αυτοσυγκράτηση, η έλλειψη ψυχραιμίας και γνωστικού προσανατολισμού, αλλά και η ύπαρξη διαφόρων μορφών ψυχοπαθολογίας σε κάποιες περιπτώσεις, ενισχύουν το τραύμα και θέτουν το άτομο στο περιθώριο. Το ίδιο αποστασιοποιείται, μη μπορώντας να ενταχθεί στο κοινωνικό πλαίσιο, αποσύρεται και απομονώνεται, ενισχύοντας την αντικοινωνική συμπεριφορά του. Εντούτοις η ψυχική ανθεκτικότητα του, θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στην επούλωση του τραύματος, αφού το ίδιο αποκτά μια εσωτερική θέση ελέγχου, μη μπορώντας οι περιστάσεις να το επηρεάσουν, αλλά καταφέρνοντας το ίδιο το άτομο να ορίσει τη ζωή του (Cicchetti & Garmezy, 1993). Τα άτομα αυτά τείνουν να είναι αυτόνομα και ανεξάρτητα, ψάχνουν για νέες εμπειρίες κι έχουν έναν θετικό κοινωνικό προσανατολισμό. Αντιμετωπίζουν τα γεγονότα ως ευκαιρία για μάθηση κι εξέλιξη κι όχι ως τραυματικά γεγονότα, δηλαδή πηγή άγχους, προβλημάτων και δυσφορίας. Υπό το πρίσμα αυτό, πολλοί φιλόσοφοι διατύπωσαν πως το τραύμα είναι το σημείο εκείνο από το οποίο το φως διαπερνά τον εαυτό. Συμπερασματικά η έλλειψη αυτορρύθμισης και ο χαμηλός αυτοέλεγχος, σε άτομα που έχουν βιώσει τραυματικά γεγονότα, συνδέεται άμεσα με την εκδήλωση συμπεριφορών θυματοποίησης, επιθετικότητας, αντικοινωνικότητας (Bonanno & Diminich, 2013) και αυξάνει την πιθανότητα σοβαρής, βίαιης και χρόνιας παραβατικότητας. Ως έγκλημα ορίζεται η παραβατική πράξη/ενέργεια ή η παράλειψη αυτής, που είναι άδικη και καταλογιστή στο δράστη της και η οποία τιμωρείται από το νόμο (Π.Κ. 14, 2019). Το έγκλημα λοιπόν εξ ορισμού εμπεριέχει τη βία και προκαλεί την κοινωνική αντίδραση. Οι δράστες συγκεντρώνουν ένα δείγμα ανθρώπων που είτε είναι εγκληματίες, είτε ανήθικοι, είτε αναρχικοί, είτε θύματα της κοινωνίας, είτε ακόμη και αποκλίνουσες περιπτώσεις, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με την αστυνομία, το σωφρονιστικό σύστημα, τους δικαστές αλλά και την κοινή γνώμη. Η κοινωνική αντίδραση εκφράζεται συμπεριφορικά μέσω της επιθυμίας επιβολής τιμωρίας ή την επιθυμία για προστασία από τον δράστη, ενώ ιδεολογικά εκφράζεται με την επιθυμία για εκδίκηση ή δια μέσου του ανθρωπισμού και της συμπόνοιας προς το δράστη. Οι κοινωνίες επιδιώκουν την εξουδετέρωση των αποκλινουσών τάσεων κι επιθυμούν τον περιορισμό τους, διοχετεύοντας τις παραβατικές συμπεριφορές σε αποδεκτές μορφές εκτόνωσης, προάγοντας την αυτονομία, τη δημιουργικότητα και την ικανότητα του ατόμου στην επίλυση προβλημάτων. Επιπλέον η θετική ερμηνεία μπορεί να διδαχθεί, οι άνθρωποι μπορούν να εκπαιδευτούν να ρυθμίζουν καλύτερα τα συναισθήματα τους και να ερμηνεύουν τα ερεθίσματα που δέχονται με διαφορετικούς και ηπιότερους τρόπους, μέσω της αναπλαισίωσης, να αλλάζουν δηλαδή το πώς βιώνουν και αντιδρούν στο αρχικό ερέθισμα .
Βιβλιογραφία:
Bonanno, G. A., & Diminich, E. D. (2013). Annual Research Review: Positive adjustment to adversity–trajectories of minimal-impact resilience and emergent resilience. Journal of child psychology and psychiatry, and allied disciplines, 54(4), 378–401. https://doi.org/10.1111/jcpp.12021. Cicchetti, D., & Garmezy, N. (1993). Prospects and promises in the study of resilience. Development and Psychopathology, 5(4), 497-502. doi:10.1017/S0954579400006118. Fox, BH., Perez, Ν., Cass, Ε., Baglivio, MT., Epps, N., Gonçalves, AR., (2015). Το τραύμα αλλάζει τα πάντα: Εξέταση της σχέσης μεταξύ των δυσμενών [PubMed] παιδικών εμπειριών και σοβαροί, βίαιοι και χρόνιοι νεαροί παραβάτες. Παιδί Abus. Negl. 46, 163–173. [CrossRef]. Hancheva C. (2021). Social Trauma Memory Construction. In: Hamburger A., Hancheva C., Volkan V.D. (eds) Social Trauma – An Interdisciplinary Textbook. Springer, Cham. https://doi.org/10.1007/978-3-030-47817-9_20 . Klein, M. (1948). Contributions to Psychoanalysis 1921-1945. London: Hogarth. Klein.M. (1944). The early development of conscience I the child. In S. Lorand. Klein.M. (1948). A contribution to the theory of anxiety and guilt. Int.J. Psychoanal. Νόμος 4619/2019, άρθρο 14, Ποινικός Κώδικας – Έννοια της αξιόποινης πράξης, Εφημερίς της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας (ΦΕΚ 180/Α/18-11-2019). VicHealth, (2015). Current theories relating to resilience and young people: a literature review, Victorian Health Promotion Foundation, Melbourne.